Content on this page requires a newer version of Adobe Flash Player.

Get Adobe Flash player

Ειδώλια της Νεολιθικής Θεσσαλίας - Τόμος Ι

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ


Τα θεσσαλικά ειδώλια προέρχονται σχεδόν από όλες τις νεολιθικές φάσεις της περιοχής. Δεν ακολουθούν πάντοτε την τυπολογική αλληλουχία της κεραμικής που σχετίζεται με τις οικιστικές φάσεις. Η χρονολόγησή τους είναι δύσκολη γιατί η χρήση τους πιθανόν να διήρκεσε περισσότερο από τη χρονολογική φάση κατά την οποία κατασκευάσθηκαν. Σε οποιαδήποτε περίπτωση, κατά τη διάρκεια της Νεότερης Νεολιθικής, τα θεσσαλικά ειδώλια γίνονται πιο σχηματικά ενώ ο αριθμός τους μικραίνει μέχρι που εξαφανίζονται εντελώς.


Σχεδόν όλα τα θεσσαλικά ειδώλια που έχουν έλθει στο φως μέχρι σήμερα είναι κατασκευασμένα από πηλό ή λίθο (συμπεριλαμβανομένου και του μαρμάρου) με μερικές εξαιρέσεις φτιαγμένες από θαλάσσιο όστρεο. Κανένα ξύλινο ειδώλιο δεν έχει βρεθεί, αλλά αυτό δεν πρέπει να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο υλικό δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ στην ειδωλοπλαστική. Το ξύλο αποσυντίθεται γρήγορα, ιδίως όταν βρίσκεται μέσα στο χώμα, συνεπώς είναι πιθανότατο να κατασκευάζονταν και ξύλινα ειδώλια, τα οποία όμως πλέον έχουν χαθεί για πάντα. Από την άλλη πλευρά, η περιορισμένη χρήση του λίθου και η ακόμα πιο περιορισμένη χρήση οργανικών πρώτων υλών όπως το κόκκαλο, ίσως να οφείλεται στις κατασκευαστικές δυσκολίες που δημιουργούν τα υλικά αυτά σε σύγκριση με τον μαλακό πηλό. Σε ορισμένες μεμονωμένες περιπτώσεις έχουν έρθει στο φως και ειδώλια από χρυσό.

Ο πηλός που έχει χρησιμοποιηθεί στα θεσσαλικά ειδώλια προέρχεται από διάφορες θέσεις της περιοχής, με αποτέλεσμα μια σημαντική κλίμακα χρωμάτων που περιλαμβάνει αποχρώσεις του λευκού, του κίτρινου και του κόκκινου. Η προετοιμασία του πηλού είναι απλή, όπως μαρτυρούν οι έγκλειστοι λίθινοι κόκκοι, η άμμος και τα φυτικά υπολείμματα. Στον πηλό προστίθενται ανόργανα υλικά ώστε να αποτραπεί το ράγισμα των αντικειμένων ενόσω ξηραίνονται και ψήνονται. Είναι δύσκολο να πούμε με βεβαιότητα αν τα ανόργανα αυτά υλικά (ιδίως η άμμος) βρίσκονται ήδη στους φυσικούς πηλούς ή έχουν προστεθεί εκ των υστέρων από τους ειδωλοπλάστες.

Η επεξεργασία της επιφάνειας, συμπεριλαμβανόμενης και της διακόσμησης, αποτελεί το τελικό στάδιο πριν από το ψήσιμο του κεραμικού χειροτεχνήματος. Αν και ένας μεγάλος αριθμός ειδωλίων είναι αδρά, είναι ωστόσο σημαντική η αναλογία όσων έχουν λειανθεί με κάποιο σκληρό αμβλύ εργαλείο ή συχνότερα στιλβωθεί με κάποιο μαλακό, αφράτο εργαλείο, όπως ένα κομμάτι δέρματος ή προβιάς, ακόμα και με τα δάκτυλα. Η μεγάλη χρωματική αντίθεση ανάμεσα στην επιφάνεια και το εσωτερικό που συχνά παρατηρείται στα ειδώλια, πιθανώς να οφείλεται σε κάποια επίστρωση, σε ορυκτές χρωστικές ουσίες (βαφή) ή ακόμα και σε άλατα που βγαίνουν από το εσωτερικό του πηλού και καλύπτουν την επιφάνεια κατά τη διάρκεια της αποξήρανσης και της όπτησης, δημιουργώντας ένα υπόλευκο ή λευκό στρώμα.

Τα λίθινα ειδώλια, τα οποία κατασκευάζονται συστηματικότερα στις τελικές φάσεις της Νεολιθικής, είναι πολύ λιγότερα αριθμητικά από τα πήλινα. Χρησιμοποιούνται διάφοροι τοπικοί λίθοι χρώματος γκρι, πράσινου, λευκού ή άλλου, αν και πάντα παρατηρείται μια προτίμηση στο λευκό μάρμαρο. Τα λίθινα/μαρμάρινα ειδώλια φαίνεται ότι κατασκευάζονται ήδη από την Αρχαιότερη Νεολιθική, αλλά λόγω της δυσκολίας στη σμίλευση αυτού του σκληρού υλικού, αποδίδουν απλούστερες ή σχηματικές μορφές, οι οποίες στερούνται τη φυσιοκρατία που συνήθως παρατηρείται στις νεολιθικές μικρογραφίες.

Τα περισσότερα πήλινα ειδώλια πλάθονται γύρω από ένα ή περισσότερους φθαρτούς πυρήνες, ψήνονται και αποκτούν τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά τους με εγχάραξη, εμπίεση, χρώμα ή πλαστική διακόσμηση, με επικόλληση πρόσθετων στοιχείων.

Η διακόσμηση της επιφάνειας φαίνεται να είναι καθαρά προαιρετική, καθόσον δεν συνδέεται με κάποια ιδιαίτερη μορφή ή λειτουργία και δεν αποδίδει σταθερά τα ίδια χαρακτηριστικά ή σχήματα. Ακολουθεί τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται στην κεραμική.

 

Στόχος του Τόμου Ι είναι κατ’ αρχήν η παρουσίαση του πολύτιμου αυτού υλικού παρά η ερμηνεία και η συζήτηση της λειτουργίας /-ών του. Το υλικό που παρουσιάζεται διακρίνεται σε δύο βασικά μέρη, τα Κεφάλια και τα Σώματα, και καθεμιά από τις δύο αυτές κατηγορίες περιλαμβάνει τα φυσιοκρατικά και τα σχηματοποιημένα, σύμφωνα με τα προβαλλόμενα χαρακτηριστικά τους. Ο συνολικός αριθμός είναι 362 αντικείμενα, δηλ. 120 κεφάλια και 242 σώματα, στα οποία περιέχονται επτά που αποδίδουν μόνο ορισμένα τμήματα του σώματος, όπως μια μύτη ένα πόδι ή ένα φαλλό.

Τα ειδώλια στον τόμο φέρουν ένα αύξοντα αριθμό, ακολουθούμενο από τον αριθμό τους στο Αρχείο του Κέντρου Ερεύνης της Αρχαιότητος της Ακαδημίας Αθηνών (ΟRF) και από τον αριθμό καταλόγου του Αρχαιολογικού Μουσείου Λάρισας. O αριθμός καταλόγου του μουσείου περιλαμβάνει τα ελληνικά γράμματα ΜΛ (Μουσείο Λάρισας) και τα πρώτα δύο ελληνικά γράμματα της συλλογής όπου ανήκουν**. Έπεται το όνομα της θέσης εύρεσής τους. Σε πολλές θέσεις της ανατολικής θεσσαλικής πεδιάδας, το όνομα αυτό ακολουθείται από ένα αριθμό (ΑΤΑΕ) σύμφωνα με το λήμμα Γαλλής 1992. (τα αρχικά ΑΤΑΕ σημαίνουν Αριθμός Τοπογραφικού Αρχείου Εφορείας Λάρισας). Με τον ίδιο τρόπο αναφέρονται και μερικές θέσεις της δυτικής Θεσσαλίας.

Δίνονται οι μέγιστες διαστάσεις σε εκατοστά, Η ύψος, W πλάτος, Τ πάχος. Οι διαστάσεις ακολουθούνται από τον προσδιορισμό του χρώματος σύμφωνα με το Munsell Soil Colour Charts και στη συνέχεια δίνεται λεπτομερέστατη περιγραφή κάθε αντικειμένου.

** ΓΚ Γκατζηρούλης, ΘΕ Θεοδωρόπουλος, ΚΡ Καραμανώλης, ΤΛ Τλούπας, ΧΟ Χουλιάρας. Τα επιφανειακά ευρήματα της Εφορείας Αρχαιοτήτων φέρουν τα πρώτα γράμματα του τόπου εύρεσής τους.


Πρόλογος | Εισαγωγή | Εικόνες