Content on this page requires a newer version of Adobe Flash Player.

Get Adobe Flash player

Τα Ταφικά Έθιμα στη Νεολιθική Ελλάδα και Ανατολία

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ


Η παρούσα μελέτη των ταφικών εθίμων στο Αιγαίο, την Ανατολία και την Κύπρο καλύπτει περίπου πέντε χιλιάδες χρόνια, δηλαδή εκτείνεται από το 8000 μέχρι το 3000 π.Χ.και είναι στενά συνδεδεμένη με την εξέλιξή τους στην Εγγύς Ανατολή και τα Βαλκάνια. Ήδη από την 9η χιλιετία π.Χ. εμφανίσθηκε στην Εγγύς Ανατολή ένας πρωτο-Νεολιθικός πολιτισμός, ο οποίος εξελίχθηκε στη διάρκεια της επόμενης χιλιετίας. Κατά την 7η χιλ. π.Χ. πολλές κοινότητες εγκαταστάθηκαν στο χώρο μεταξύ νοτιοανατολικής Ευρώπης και τέλους της κεντρικής Ασιατικής ερήμου καθώς και από τον Καύκασο μέχρι τη νότια Παλαιστίνη. Τα δεδομένα από τις επόμενες δύο χιλιετίες δείχνουν ότι νεολιθικοί πολιτισμοί εξαπλώθηκαν στην κεντρική Ευρώπη και ότι εμφανίσθηκε μεταλλουργία και γραπτή κεραμική στην Εγγύς Ανατολή. Είναι γεγονότα που μαρτυρούν ότι οι πρώτες κοινωνίες είχαν εξελιχθεί ανεξάρτητα η μιά από την άλλη.

Τα ταφικά έθιμα αντανακλούν μια σημαντική πλευρά της ανθρώπινης συμπεριφοράς στις διάφορες χρονικές περιόδους, εφόσον ο θάνατος ήταν ανέκαθεν κρίσιμη κατάσταση ως προς το ανθρώπινο δυναμικό της ομάδας, ιδιαίτερα μάλιστα στην Προϊστορία. Οι μικρές αυτές κοινωνικές ομάδες βασίζονταν στην προσωπική εργασία και ο θάνατος οποιουδήποτε μέλους αναστάτωνε τον ρυθμό των καθημερινών δραστηριοτήτων τους. Επειδή τα πραγματικά αίτια του θανάτου ήταν άγνωστα στους προϊστορικούς ανθρώπους, αντιδρούσαν με τρόπους που -άν και διαφορετικοί από περιοχή σε περιοχή- είχαν ορισμένα κοινά σημεία. Τα ταφικά έθιμα ήταν (και συνεχίζουν να είναι) το αποτέλεσμα αυτής της αντίδρασης στο θάνατο. Η μελέτη τους λοιπόν μας επιτρέπει να μπούμε στον ανθρώπινο νου και να ακολουθήσουμε την εξέλιξή του, η οποία ενδεχομένως και να οδήγησε σε πίστη σε κάποιο είδος μετάβασης σε άλλη κατάσταση μέσω του θανάτου. Με άλλα λόγια, η νοητική εξέλιξη είναι δυνατόν να δημιούργησε τα πρώτα στοιχεία, τα οποία διαμόρφωσαν μια πρωτόγονη θρησκεία.

Κατά την Παλαιολιθική και την Μεσολιθική και παρά τα περιορισμένα δεδομένα για τα ταφικά έθιμα, ειδικά για αυτά που αφορούν τις πρώιμες φάσεις, ο άνθρωπος προφανώς αντιδρούσε με παρόμοιο τρόπο από την Αγγλία και τη Γαλλία μέχρι την Κριμαία και το Κάρμηλο όρος: έθαβε τους νεκρούς του μέσα στα σπήλαια όπου ζούσε. Φαίνεται ότι θεωρούσε τον θάνατο ως ένα παροδικό ύπνο και ότι ο νεκρός θα χρειαζόταν τροφή μόλις ξυπνούσε. Γι’αυτό και τα νεκρά σώματα δεν θάβονταν εντελώς αλλά τοποθετούνταν σε ρηχούς λάκκους γύρω από την εστία, σκεπάζονταν με μερικούς λίθους ενώ ένας μεγαλύτερος χρησίμευε ως προσκέφαλο. Τον κατάλογο συμπλήρωναν κομμάτια από κρέας, πυριτολιθικά εργαλεία (αξίνες, ξέστρα), είδη καλλωπισμού (ώχρα) και κοσμήματα. Στην Mallaha, το χέρι ενός σκελετού είχε τοποθετηθεί πάνω στο πόδι ενός ζώου του είδους canis. Στην μοναδική περίπτωση του σπηλαίου Shanidar στο Ιράκ, το νεκρό σώμα είχε σκεπαστεί με άνθη. Ωστόσο, είναι αβέβαιο κατά πόσο μερικά κρανία της Ύστερης Παλαιολιθικής που βρέθηκαν μαζί ήταν ενσυνείδητες αποθέσεις, για το λόγο ότι η διατήρησή τους ίσως να οφειλόταν σε φυσικοχημικά αίτια ή σε καλές κλιματολογικές συνθήκες.

Από την άλλη πλευρά, καμένα οστά τουλάχιστον εβδομήντα πέντε νεολιθικών ατόμων (στην πλειοψηφία γυναικών) ανακαλύφθηκαν στο σπήλαιο Kebara της Παλαιστίνης. Από ό,τι φαίνεται, είχαν αποτεφρωθεί μετά την ταφή στο χώμα ή την έκθεση στο ύπαιθρο και μετά την αποσύνθεση των μυικών τους ιστών. Αυτό δείχνει ότι, αν και η ταφή στο χώμα κυριαρχούσε, ωστόσο υπήρχαν και άλλοι τρόποι απαλλαγής από ένα νεκρό σώμα καθώς και ότι οι νεολιθικές καύσεις είχαν πολύ παλαιούς προγόνους.

Δεδομένου ότι μόνο ένα μέρος των δεδομένων έχει περιληφθεί σε τελικές δημοσιεύσεις μέχρι σήμερα, η παρούσα μελέτη βασίσθηκε κυρίως σε πρόδρομες δημοσιεύσεις και σημειώσεις. Τα δεδομένα δίνουν λοιπόν μια μικρή εικόνα των ταφικών εθίμων. Ένας αρχαιολόγος μπορεί να μετρήσει να καταγράψει και να ομαδοποιήσει τα ανθρώπινα κατάλοιπα, αλλά είναι πολύ δύσκολο -έως αδύνατο- γι’αυτόν να κάνει μια τυπολογία της ανθρώπινης συμπεριφοράς, να προβλέψει τις ανθρώπινες πράξεις στο μέλλον ή να φαντασθεί όσες έχουν γίνει στο παρελθόν. Εκτός τούτου, δεν μπορεί να διατυπώσει οποιαδήποτε σφαιρική ερμηνευτική θεωρία έχοντας περιορισμένα στοιχεία σχετικά με την φιλοσοφική θεώρηση των φαινομένων. Κατά συνέπεια, υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ως προς τις πνευματικές ανάγκες του ανθρώπου, τη σκέψη του, τη μαγεία, τη θρησκεία και τα ταφικά του έθιμα. Κατά τα φαινόμενα όμως, ο πρωτόγονος άνθρωπος, ιδίως ο Neanderthal, δεν απέρριπτε τους νεκρούς του και σκεπτόταν με σοβαρότητα την έννοια του θανάτου.

Τα πλούσια ταφικά δεδομένα της Παλαιολιθικής και της Μεσολιθικής στην Ευρώπη, την Εγγύς Ανατολή και τη βόρεια Αφρική, έρχονται σε αντίθεση με αυτά της Ελλάδας και της Ανατολίας. Στην Ελλάδα, τα κατάλοιπα του Homo Erectus (Archanthropus) από τα Πετράλωνα της Χαλκιδικής, που χρονολογούνται περίπου στο 700.000 π.Χ. , μαζί με ίχνη φωτιάς στο ίδιο σπήλαιο, αποτελούν μάρτυρες μιας παλαιολιθικής ταφής. Το κρανίο κρεμόταν 1,5 μέτρο πάνω από το έδαφος, κολλημένο σε ένα σταλακτίτη και κάτω από ένα βράχο που το σχήμα του αποτελούσε μια φυσική κόγχη. Ο σκελετός ήταν συνεσταλμένος και τοποθετημένος στο δεξιό πλευρό.

Μεσολιθικές ταφές είναι γνωστές από από το σπήλαιο Φράγχθι στην Αργολίδα: ένας άνδρας και μια γυναίκα σε συνεσταλμένη στάση βρέθηκαν σε ρηχούς λάκκους σκαμμένους στο έδαφος του σπηλαίου. Ο ένας είχε καλυφθεί με μικρούς λίθους και το κεφάλι του είχε νότιο προσανατολισμό με πρόσωπο στην Ανατολή.

Η επιφανειακή έρευνα στη θέση Μαρουλά της Κύθνου έφερε στο φως ένα είδος μεσολιθικού «νεκροταφείου»: βρέθηκαν τέσσερις ταφές με χρήση ώχρας, η μία εκ των οποίων ήταν ακέραια και περιελάμβανε ένα συνεσταλμένο σκελετό σε ένα λάκκο, με κεφάλι προς το Νότο και πρόσωπο στη Δύση, ο οποίος έφερε ένα μεγάλο λίθο πάνω στο στήθος. Άλλες, μη ακέραιες ταφές, περιελάμβαναν ένα ολόκληρο σκελετό και δύο άλλους που ανήκαν (σύμφωνα με τον ανασκαφέα) σε δευτερογενείς ταφές.

Είναι φανερό ότι δεν μπορεί να βγεί συμπέρασμα για τα ταφικά έθιμα της μεσολιθικής Ελλάδας, όπως επίσης και της εκεί Παλαιολιθικής. Αντίθετα, η Νεολιθική παρέχει πολύ περισσότερες πληροφορίες πάνω στο θέμα αυτό.

Τα δεδομένα για την Ύστερη Παλαιολιθική στην Ανατολία είναι ανάλογα και έχουν επίσης έλθει στο φως ταφές σε συνεσταλμένη στάση. Τμήματα σκελετών της Μέσης Παλαιολιθικής βρέθηκαν στα σπήλαια Karain και Magiaracik, ενώ μια μεσολιθική εσοχή βράχου περιείχε τμήματα μικρού κρανίου ενός απολιθωμένου Homo Sapiens.

Στο μεσολιθικό Beldibi αποκαλύφθηκαν ίχνη κανιβαλισμού σε τμήματα ενός ανθρώπινου κρανίου, το οποίο βρέθηκε μαζί με οστά ζώων και πυριτολιθικά εργαλεία. H περίπτωση αυτή του κανιβαλισμού είναι μεμονωμένη και, εάν επρόκειτο για ταφή (πράγμα πολύ αβέβαιο), θα πρέπει να αποτελούσε εξαίρεση στο γενικευμένο επιπαλαιολιθικό έθιμο της ταφής μέσα στο χώμα.

Η Κύπρος δεν απέδωσε καμμιά παλαιολιθική ή μεσολιθική ταφή.

Η παρούσα μελέτη βασίζεται στην απόλυτη χρονολόγηση με βάση το χρόνο ημιζωής του C14 που πρότεινε ο Libby (5568 +/- 30), αλλά αναφέρεται επίσης και στην σχετική χρονολόγηση που προκύπτει από τη στρωματογραφία, όπου αυτό είναι δυνατό. Η χρονολόγηση βασίζεται κυρίως στις μελέτες των Mellaart, Tringham και Θεοχάρη, αλλά και άλλων επίσης. Μερικές αλλαγές έγιναν σε σχέση με τη διαφοροποίηση μεταξύ Νεότερης Νεολιθικής και Χαλκολιθικής διότι κατά τη διάρκεια της Χαλκολιθικής (τουλάχιστον στις πρώιμες φάσεις της) τα μέταλλα χρησιμοποιούνταν ως ορυκτά ή ως απλά αντικείμενα (συχνά διακοσμητικά) χωρίς να επηρεάζουν τη ζωή των κοινοτήτων. Αφ‘ ετέρου, η πρώιμη Χαλκολιθική στην Ανατολία έχει χάσει το νόημά της εφόσον μεταλλικά αντικείμενα χρησιμοποιούνταν ήδη από την 8η χιλιετία σε ορισμένες περιοχές της Εγγύς Ανατολής. Ως εκ τούτου, στην παρούσα μελέτη η Χαλκολιθική έχει ενσωματωθεί στην Νεότερη Νεολιθική.

Πρέπει να σημειωθεί ότι μερικές θέσεις της Ανατολίας που χρονολογούνται στην Νεότερη Χαλκολιθική, όπως το Alisar Huyuk και η Kusura, εμφάνισαν ταφικά έθιμα τελείως διαφορετικά από τα μέχρι τότε γνωστά της Νεολιθικής ή και της Χαλκολιθικής, τα οποία έμοιαζαν περισσότερο με αυτά της πρώιμης εποχής του Χαλκού. Τα έθιμα αυτά αυτά αναφέρονται χωρίς να συζητηθούν ή να συγκριθούν με άλλα.

Όπως μπορεί κάποιος να παρατηρήσει, η Ανατολία και η Εγγύς Ανατολή είχαν πολιτισμική εξέλιξη που προηγήθηκε της εξέλιξης στην Ελλάδα και συνέβη πολύ νωρίτερα απ’ ό,τι στα βόρεια Βαλκάνια. Επιχειρήθηκε η μελέτη των ταφικών εθίμων των θέσεων που ανήκουν στο ίδιο πολιτισμικό υπόστρωμα (παρά τις όποιες χρονολογικές διαφορές μεταξύ τους) με τον σκοπό να ιχνηλατηθεί η εξέλιξη της ανθρώπινης αντίδρασης στο θάνατο, πάντα βέβαια με βάση τις ενδεχόμενες επιρροές μεταξύ των πολιτισμών. Η μελέτη φθάνει μέχρι την Ύστερη Χαλκολιθική, εφόσον τα ταφικά έθιμα δεν άλλαξαν ουσιαστικά πρίν από την Εποχή του Χαλκού. Οι χαλκολιθικές θέσεις δεν φαίνεται να έχουν διαφορετικά έθιμα από αυτές της Νεότερης Νεολιθικής, συνεπώς έχουν ενσωματωθεί στη Νεολιθική.

Η Κύπρος, η οποία συζητείται ξεχωριστά, έχει δική της χρονολόγηση, που παρουσιάζει πολλές δυσκολίες, οφειλόμενες στο χρονολογικό κενό μεταξύ της Ακεραμικής (περίοδος Ι) και της Κεραμικής περιόδου (περίοδος ΙΙ). Μοιάζει να είναι πολιτισμικά κοντύτερα στην Ανατολία και ως εκ τούτου έχει μελετηθεί παράλληλα με αυτήν.

Πρόλογος | Εισαγωγή | Συζήτηση και Συμπεράσματα | Εικόνες